Η πολυσυζητημένη ανασυγκρότηση του ενδιάμεσου χώρου φαίνεται πλέον καθαρά να προσκρούει αφενός στις κομματικές σκοπιμότητες και μονομέρειες και αφετέρου στην πλειάδα των ηγετίσκων που για άλλη μια φορά πέφτουν θύματα της υπερχειλίζουσας φιλοδοξίας και των ανομολόγητων επιδιώξεών τους.
Ο χώρος αυτός ή θα θεμελιωθεί εκ του μηδενός ή δεν θα υπάρξει ποτέ. Η συγχώνευση των υπαρχόντων σχημάτων σε καμία περίπτωση δεν συνιστά πολιτική, ιδεολογική και προγραμματική ανασύνθεση της κεντροαριστεράς, της προοδευτικής παράταξης, του μεταρρυθμιστικού κέντρου. Απλώς θα είναι μια συμπόρευση απαξιωμένων δυνάμεων με μειωμένη πολιτική εμβέλεια.
Το κενό που έχει προκληθεί έπειτα από την καταβαράθρωση του ΠΑΣΟΚ θέτει καίρια ερωτήματα ως προς τη δυνατότητα να υπάρξουν πρωτοβουλίες για τη δημιουργία ισχυρού και ανθεκτικού εναλλακτικού πόλου. Το σκηνικό που έχει αναδυθεί δείχνει ότι οι δυνάμεις του νέου δικομματισμού εμφανίζουν ανθεκτικότητα και ισχυρές τάσεις συσπείρωσης. Η αισθητή μείωση της απήχησης του ΣΥΡΙΖΑ λόγω των ανερμάτιστων κυβερνητικών πολιτικών του δεν σημαίνει πλήρη υποχώρηση. Η παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία της ΝΔ έχει ισχυροποιήσει τον κεντροδεξιό χώρο.
Ως εκ τούτου, τα νέα δεδομένα που έχουν δημιουργηθεί διαμορφώνουν ένα νέο τοπίο, δυσχεραίνοντας περαιτέρω τις όποιες πρωτοβουλίες μπορούν να αναπτυχθούν στην κατακερματισμένη και αφυδατωμένη κεντροαριστερά. Η προσπάθεια της Δημοκρατικής Συμπαράταξης αυτοπεριορίζεται στην επιμονή της κ. Γεννηματά να ηγηθεί ενός εγχειρήματος το οποίο την υπερβαίνει.
Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι η προγραμματισμένη για το ερχόμενο Σαββατοκύριακο προγραμματική συνδιάσκεψη δεν βρήκε στοιχειώδη ανταπόκριση. Στην πραγματικότητα, θα είναι μια συνάθροιση απονεκρωμένων κομματικών μηχανισμών. Δεν ενέχει τις στοιχειώδεις προϋποθέσεις προκειμένου να συγχρονίσουν τα βήματά τους οι διάσπαρτες προοδευτικές δυνάμεις. Ούτε μπορεί να αποτελέσει το πρόπλασμα για τη διαμόρφωση νέων σχέσεων στον κεντροαριστερό χώρο.
Η κοινή επιτροπή που έχει συσταθεί από ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, Κινήσεις Πολιτών και Ποτάμι είναι μειωμένης πολιτικής αξίας εξαιτίας των αντιτιθέμενων επιδιώξεων των δύο κομματικών ηγεσιών. Οι συζητήσεις είναι χρήσιμες και απαραίτητες, αρκεί να μην είναι ατέρμονες θεωρητικές αναζητήσεις και να μην καταλήγουν σε σχέδια επί χάρτου. Οι ηγετικές φιλοδοξίες και η επιμονή στις γνωστές μονομέρειες στέκονται τροχοπέδη στην ανασύνθεση της ευρύτερης προοδευτικής παράταξης. Η έλλειψη μιας ηγετικής προσωπικότητας δυσχεραίνει περαιτέρω το έργο. Έτσι, μια ρεαλιστική λύση θα ήταν να αναπτυχθούν πρωτοβουλίες που δεν θα προκύπτουν από κομματικές υποδείξεις και θα αποσκοπούν στη συγκρότηση μιας νέας πολιτικής έκφρασης. Προϋπόθεση βέβαια για κάτι τέτοιο είναι να βγουν στο προσκήνιο νέες δυνάμεις, οι οποίες θα είναι φορείς νέων ιδεών.
Αναζητούνται, λοιπόν, ηγετική προσωπικότητα, νέες δυνάμεις, νέες ιδέες.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου